- σουβάλα
- η, Νέλος.[ΕΤΥΜΟΛ. < σλαβ. sŭvala «έλος». Η άποψη ότι ο τ. έχει σχηματιστεί από το ρ. συμβάλλω δεν θεωρείται πιθανή].
Dictionary of Greek. 2013.
Dictionary of Greek. 2013.
Κούσουλας, Λουκάς — (Σουβάλα Παρνασσίδας 1929 –). Εκπαιδευτικός και λογοτέχνης. Σπούδασε στη φιλοσοφική σχολή του Πανεπιστημίου Αθηνών. Αρχικά σταδιοδρόμησε ως καθηγητής φιλόλογος σε σχολεία της μέσης εκπαίδευσης και στη συνέχεια ως σχολικός σύμβουλος. Παράλληλα… … Dictionary of Greek
χαράδρα — I Oνομασία αρχαίων ελληνικών πόλεων. 1. Πόλη της Μεσσηνίας, που την ίδρυσε ο Πέλοπας (Πέλωψ). 2. Πόλη της αρχαίας Φωκίδας, χτισμένη σε απόκρημνο λόφο κοντά στη σημερινή Σουβάλα. Την εποχή των Μηδικών πολέμων καταστράφηκε από τον Ξέρξη, αλλά… … Dictionary of Greek
Αγοριανίτης, Ευστάθιος — Αγωνιστής του 1821. Γεννήθηκε στη Σουβάλα της Παρνασσίδας. Πολέμησε στη Στερεά Ελλάδα … Dictionary of Greek
Ακρίδας — Επώνυμο αγωνιστών του 1821. 1. Κώστας. Γεννήθηκε στο Θέρμο της Ακαρνανίας. Ακολούθησε τον Γεώργιο Καραϊσκάκη και πήρε μέρος σε πολλές μάχες, στην Αράχοβα και στο Δίστομο. Διακρίθηκε στη μάχη της Φοντάνα και στις γύρω από την Αθήνα μάχες. Επί… … Dictionary of Greek
Βλαχοχώρια — Β. αποκαλούσαν στην τουρκοκρατία ένα συγκρότημα χωριών της πρώην επαρχίας Παρνασσίδος: Βάριανη, Γραβιά, Αγόριανη, Μπράλλο, Παλιοχώρι, Σουβάλα κ.ά. Ο Πανουργιάς στρατολόγησε από τα χωριά αυτά 400 άντρες μόλις άρχισε ο Αγώνας. Το 1824, ένα τουρκικό … Dictionary of Greek